Μύθοι και αλήθειες σχετικά με τη Γνωσιακή Συμπεριφορική Θεραπεία

Η Γνωσιακή Συμπεριφορική Θεραπεία (Cognitive Behavioural Therapy - CBT) είναι μια ευρέως χρησιμοποιούμενη ψυχοθεραπευτική προσέγγιση που επικεντρώνεται στην αλλαγή αρνητικών μοντέλων σκέψης και συμπεριφορών για τη βελτίωση της ψυχικής υγείας. Παρά την τεκμηριωμένη αποτελεσματικότητά της προσέγγισης υπάρχουν κάποιες κοινές παρανοήσεις σχετικά με αυτή, οι οποίες μπορεί να οφείλονται σε έλλειψη κατανόησης ή παραπληροφόρηση. Εδώ είναι μερικές:

  1. Η CBT αφορά μόνο τη θετική σκέψη: Μια κοινή παρανόηση είναι ότι η CBT αφορά μόνο την προώθηση θετικής σκέψης. Ενώ περιλαμβάνει την αναπλαισίωση και την αλλαγή αρνητικών μοντέλων σκέψης, υποστηρίζει επίσης ρεαλιστική και ισορροπημένη σκέψη. Η CBT ενθαρρύνει τα άτομα να αξιολογούν τις σκέψεις και τις πεποιθήσεις τους με πιο αντικειμενικό τρόπο.

  2. Η CBT είναι μια γρήγορη λύση: Κάποιοι πιστεύουν ότι η CBT είναι μια βραχεία λύση που παρέχει γρήγορα αποτελέσματα. Ενώ η CBT μπορεί να είναι πιο περιορισμένη χρονικά σε σύγκριση με άλλες θεραπευτικές προσεγγίσεις (όταν πρόκειται για την αντιμετώπιση κάποιου συγκεκριμένου προβλήματος και εάν άλλοι παράγοντες δεν είναι επιβαρυντικοί), απαιτεί παρόλα αυτά δέσμευση και προσπάθεια. Η διάρκεια της θεραπείας ποικίλλει ανάλογα με το άτομο και τη φύση των θεμάτων που θέλει να επεξεργαστεί.

  3. Η CBT παραβλέπει το παρελθόν: Μια άλλη παρανόηση είναι ότι η CBT δε δίνει σημασία στις παρελθούσες εμπειρίες και επικεντρώνεται μόνο στο παρόν. Ενώ η CBT τείνει να είναι περισσότερο εστιασμένη στο παρόν σε σύγκριση με άλλες θεραπείες, αναγνωρίζει την επίδραση των παρελθοντικών εμπειριών στις τρέχουσες σκέψεις και συμπεριφορές, ενώ μπορεί φυσικά να εστιάσει και εκεί εάν είναι απαραίτητο. Η κατανόηση αυτών των συνδέσεων μπορεί να είναι κρίσιμη για την αντιμετώπιση και την αλλαγή δυσλειτουργικών μοτίβων.

  4. Η CBT είναι μόνο για συγκεκριμένα προβλήματα ψυχικής υγείας: Η CBT είναι μια ευέλικτη θεραπευτική προσέγγιση και έχει αποδειχθεί αποτελεσματική για μια ευρεία γκάμα προβλημάτων ψυχικής υγείας, συμπεριλαμβανομένων των διαταραχών άγχους, της κατάθλιψης, των κρίσεων πανικού και άλλων. Δεν περιορίζεται σε συγκεκριμένες συνθήκες και μπορεί να προσαρμοστεί για να αντιμετωπίσει διάφορες ψυχοκοινωνικές δυσκολίες.

  5. Η CBT είναι απλώς λόγια· δεν περιλαμβάνει πρακτικές στρατηγικές: Η CBT δεν αφορά μόνο τον λόγο και την ανάλυση. Συμπεριλαμβάνει την ανάπτυξη και την εφαρμογή πρακτικών στρατηγικών και μηχανισμών αντιμετώπισης. Οι θεραπευόμενοι συμμετέχουν ενεργά στον καθορισμό στόχων, την εξάσκηση νέων δεξιοτήτων και την εφαρμογή τους στην καθημερινή τους ζωή.

  6. Η CBT είναι μόνο για άτομα: Ενώ η CBT συνήθως παρέχεται ατομικά, μπορεί επίσης να προσαρμοστεί για ομαδικές συνεδρίες. Επιπλέον, οι αρχές της CBT μπορούν να ενσωματωθούν στη θεραπεία ζεύγους ή τη θεραπεία οικογενειακών σχέσεων για τη βελτίωση των μοτίβων επικοινωνίας.

  7. Η CBT είναι αυστηρή και φορμαλιστική: Ενώ η CBT ακολουθεί δομημένες αρχές, δεν είναι μια προσέγγιση που προσπαθεί να “εφαρμόσει” την ίδια πρακτική σε όλους. Οι θεραπευτές προσαρμόζουν τις παρεμβάσεις τους εξατομικευμένα στις μοναδικές ανάγκες και συνθήκες κάθε ατόμου. Η ευελιξία ενσωματώνεται στο πλαίσιο της CBT για την αντιμετώπιση της ποικιλομορφίας των εμπειριών των θεραπευομένων.

  8. Η CBT είναι μια προσέγγιση που προσφέρεται μόνο για βραχυπρόθεσμη θεραπεία: Η CBT θεωρείται συχνά μια βραχυπρόθεσμη ή χρονικά περιορισμένη μορφή θεραπείας, αλλά δεν είναι αποκλειστικά έτσι. Αν και έχει σχεδιαστεί για να είναι πιο εστιασμένη και προσανατολισμένη στο στόχο, ο αριθμός των συνεδριών μπορεί να ποικίλλει ανάλογα με το άτομο και τη φύση των θεμάτων που αντιμετωπίζονται. Μερικοί άνθρωποι μπορεί να επωφεληθούν από λίγες μόνο συνεδρίες, ενώ άλλοι μπορεί να βρουν τη μακροπρόθεσμη CBT χρήσιμη, ειδικά για συνεχείς ή περίπλοκες προκλήσεις.